Ο ιός Marburg ανήκει στην ίδια οικογένεια με τον Ebola και είναι θανατηφόρος σε ποσοστό έως 90% των περιπτώσεων.
Οκτώ άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη Ρουάντα από τον ιό Marburg και έχουν εντοπιστεί επιπλέον 26 κρούσματα, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της χώρας, που ανέφερε ότι οι περισσότεροι θάνατοι έχουν σημειωθεί μεταξύ εργαζομένων στον τομέα της υγείας, ενώ τα περισσότερα κρούσματα έχουν ανιχνευθεί στην πρωτεύουσα, το Κιγκάλι.
Δεν υπάρχει εγκεκριμένο εμβόλιο ή αντιική θεραπεία για τον ιό Marburg.
Προκαλεί συμπτώματα παρόμοια με τον Ebola, όπως πυρετό, κόπωση, διάρροια και εμετό.
Μεταδίδεται επίσης μέσω της άμεσης επαφής με σωματικά υγρά μολυσμένων ανθρώπων και επιφανειών.
Η νόσος του ιού Marburg, παλαιότερα γνωστή ως αιμορραγικός πυρετός Marburg, είναι μια σοβαρή, συχνά θανατηφόρα ασθένεια. Πήρε το όνομά της από την πόλη της Γερμανίας όπου καταγράφηκαν τα πρώτα κρούσματα το 1967.
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, μεταδίδεται στον άνθρωπο από την επαφή με φρουτονυχτερίδες, φυσικό ξενιστή του ιού, και στη συνέχεια μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω της επαφής με σωματικά υγρά και μολυσμένες επιφάνειες και υλικά.
Τα αρχικά συμπτώματα αρχίζουν απότομα, με υψηλό πυρετό, πονοκέφαλο και κόπωση, ενώ οι μυϊκοί πόνοι και οι ενοχλήσεις είναι κοινό χαρακτηριστικό. Την τρίτη ημέρα της νόσου, οι ασθενείς μπορεί να υποφέρουν από διάρροια, κοιλιακό άλγος, ναυτία και έμετο.
Μεταξύ της πέμπτης και της έβδομης ημέρας, πολλοί ασθενείς αναπτύσσουν σοβαρές «αιμορραγικές ενδείξεις», δηλαδή αιμορραγία.
Οι ασθενείς μπορεί να αρχίσουν να κάνουν εμετό αίματος ή να το δουν στα κόπρανά τους, αλλά μπορεί επίσης να αιμορραγούν από τη μύτη, τα ούλα και τον κόλπο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Στις θανατηφόρες περιπτώσεις, ο θάνατος επέρχεται συνήθως περίπου οκτώ ή εννέα ημέρες μετά τα αρχικά συμπτώματα.
Ο ιός είναι εξαιρετικά επικίνδυνος, με μέσο ποσοστό θνησιμότητας περίπου 50% – αν και το ποσοστό αυτό έχει κυμανθεί από 23% έως 90% σε προηγούμενες επιδημίες, ανάλογα με το στέλεχος του ιού και την παρεχόμενη ιατρική φροντίδα.
Τα πρώτα κρούσματα του ιού καταγράφηκαν το 1967 στη Γερμανία, στο Μάρμπουργκ και την Φρανκφούρτη, και στο Βελιγράδι.
Αυτά τα πρώτα κρούσματα συνδέθηκαν με εργαστηριακές εργασίες με τη χρήση αφρικανικών πράσινων πιθήκων που εισήχθησαν από την Ουγκάντα.
Έκτοτε υπήρξαν δώδεκα ακόμη μεγάλες επιδημίες, κυρίως στη νότια και ανατολική Αφρική, με κρούσματα που αναφέρθηκαν στην Αγκόλα, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Ισημερινή Γουινέα, την Κένυα, τη Νότια Αφρική, την Τανζανία, την Ουγκάντα και τώρα τη Ρουάντα.
Θεραπεία
Ενώ δεν υπάρχουν ειδικές θεραπείες για τα άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό Marburg, μια σειρά από θεραπείες και εμβόλια βρίσκονται υπό ανάπτυξη.
Ο ΠΟΥ συγκαταλέγει τον ιό μεταξύ των παθογόνων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν την επόμενη πανδημία, καθιστώντας τον κορυφαία προτεραιότητα για την ανάπτυξη εμβολίων.
Το 2023 ο ΠΟΥ συγκέντρωσε εμπειρογνώμονες για να αξιολογήσουν τα πιο υποσχόμενα υποψήφια εμβόλια για την προστασία από την ασθένεια.
Αυτό το καλοκαίρι, επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ξεκίνησαν τις πρώτες δοκιμές με ανθρώπους για τη δοκιμή ενός εμβολίου κατά του ιού Marburg.
3.10.2024 Δύο επιβάτες στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό του Αμβούργου θεωρήθηκαν ως ύποπτα κρούσματα του ιού Marburg, όμως τα αποτελέσματα των εξετάσεων ήταν αρνητικά