Σύνταξη γήρατος με διαδοχική ασφάλιση στο εξηκοστό (60) έτος ηλικίας

Σύνταξη γήρατος με διαδοχική ασφάλιση στο εξηκοστό (60) έτος ηλικίας

Όριο ηλικίας που απαιτείται για κρίση συνταξιοδοτικού αιτήματος λόγω γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης




Όταν το δικαίωμα κρίνεται με τις διατάξεις της νομοθεσίας φορέων αυτοτελών απασχολούμενων, ή ελεύθερων επαγγελματιών ως τελευταίου ενταχθέντα φορέα και κατά την εξέταση αιτήματος συνταξιοδότησης λόγω γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, διαπιστώσει ότι δεν είναι αρμόδιος για την κρίση του αιτήματος, ή ότι δεν πληρούνται οι διατάξεις της νομοθεσίας του, για να κριθεί με τις διατάξεις του προηγούμενου ενταχθέντα φορέα με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης, θα πρέπει ο αιτών να έχει συμπληρώσει το εξηκοστό (60) έτος της ηλικίας του ή μικρότερο όριο ηλικίας εφόσον το προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου

ΕΦΚΑ
Αθήνα, 15.4.2019
Αρ. Πρωτ. Σ22/5

ΘΕΜΑ: «Όριο ηλικίας που απαιτείται για κρίση συνταξιοδοτικού αιτήματος λόγω γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης από τον προηγούμενο ενταχθέντα στον ΕΦΚΑ φορέα, όταν ο τελευταίος ενταχθείς φορέας στον ΕΦΚΑ, είναι φορέας αυτοτελώς απασχολούμενων, ή ελεύθερων επαγγελματιών»

ΣΧΕΤ. : Η με αριθμ. 37/2017 εγκύκλιος του ΕΦΚΑ

1. Όπως είναι γνωστό, με τις διατάξεις του Ν.4387/2016 συστάθηκε ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.) ως Ν.Π.Δ.Δ. ο οποίος τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με έναρξη λειτουργίας του την 1/1/2017, στον οποίο εντάσσονται αυτοδίκαια οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης και ο Ε.Φ.Κ.Α. καθίσταται οιονεί καθολικός διάδοχος αυτών.

2. Με τις διατάξεις του άρθρου 55 του ανωτέρω νόμου στην ασφάλιση του Ε.Φ.Κ.Α. έχουν υπαχθεί υποχρεωτικά οι ασφαλισμένοι των ενταχθέντων στον ΕΦΚΑ φορέων, κλάδων, τομέων και λογαριασμών, καθώς και του Δημοσίου, οι οποίοι εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτών, όπως ισχύουν.

3. Οι γενικές αρχές των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης του Ν.Δ.4202/1961, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν, θεσπίστηκαν για την προστασία – περιφρούρηση – διατήρηση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, καθώς και τη διευκόλυνση των ασφαλισμένων που υποχρεώνονταν να αλλάξουν επαγγελματική κατεύθυνση βελτιώνοντας σταδιακά το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο και αίροντας όποια εμπόδια υπήρχαν για την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων αυτών από όλους τους δικαιούχους ασφαλισμένους.

Οι αρχές αυτές διατηρούνται για τα πρόσωπα με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης εντός του Ε.Φ.Κ.Α. και ως εκ τούτου εξακολουθούν να ισχύουν διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.

4. Με την εγκύκλιο 37/2017 δόθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 19 του Ν.4387/2016 που αφορά θέματα Διαδοχικής ασφάλισης και την αντιμετώπιση των συνταξιοδοτικών περιπτώσεων ασφαλισμένων με χρόνο διαδοχικής ασφάλισης στους ενταχθέντες φορείς στον Ε.Φ.Κ.Α..

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 περιγράφεται η διαδικασία επεξεργασίας της αίτησης συνταξιοδότησης, οι προϋποθέσεις καθορισμού εύρεσης αρμόδιου φορέα για την κρίση του συνταξιοδοτικού αιτήματος και χορήγησης σύνταξης από τον ΕΦΚΑ με τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμόδιου ενταχθέντα φορέα.

Ειδικότερα, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του Ν. 3863/2010, ορίστηκε ότι για να κριθεί το δικαίωμα του ασφαλισμένου από τον ενταχθέντα φορέα στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης θα πρέπει ο ασφαλισμένος που αιτείται τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου ενταχθέντα φορέα.

Εξ αυτών προκύπτει ότι τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν διαδοχικά για να υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης στον ΕΦΚΑ με τις διατάξεις της νομοθεσίας του τελευταίου ενταχθέντα φορέα θα πρέπει να έχει επέλθει ο ασφαλιστικός κίνδυνος και στη περίπτωση του ασφαλιστικού κινδύνου λόγω γήρατος θα πρέπει ο ασφαλισμένος να έχει συμπληρώσει ένα από τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότησης που προβλέπονται από τη νομοθεσία του.

Στις περιπτώσεις που από τη νομοθεσία του τελευταίου ενταχθέντα φορέα προβλέπονται περισσότερα από ένα όρια ηλικίας, θα λαμβάνεται υπόψη ένα από τα όρια αυτά.

Με την υποβολή της αίτησης και με το ισχύον δίκαιο κατά την υποβολή της αίτησης εξετάζεται κατ εφαρμογή των διατάξεων περί διαδοχικής ασφάλισης του άρθρου 5 του Ν.3863/2010 εάν πληρείται η προϋπόθεση της επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου – του ορίου ηλικίας για το γήρας.

5. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 4 και 5 της υποπαρ. ΙΑ.4 του πρώτου άρθρου του Ν.4093/2012, θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα μέχρι 31.12.2012, λόγω συμπλήρωσης των προϋποθέσεων του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης και ορίων ηλικίας, όπου αυτά προβλέπονται, δεν θίγονται και δύνανται να ασκηθούν οποτεδήποτε.

Για τους ενταχθέντες φορείς των αυτοτελώς απασχολούμενων, και ελεύθερων επαγγελματιών το εξηκοστό (60) έτος της ηλικίας εξακολουθεί και παραμένει ένα από τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που ορίζει η νομοθεσία τους, αφού αποτελεί όριο ηλικίας που απαιτείται κατά την άσκηση των ήδη θεμελιωμένων δικαιωμάτων από το 2012.




6. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι όταν το δικαίωμα κρίνεται με τις διατάξεις της νομοθεσίας φορέων αυτοτελών απασχολούμενων, ή ελεύθερων επαγγελματιών ως τελευταίου ενταχθέντα φορέα και κατά την εξέταση αιτήματος συνταξιοδότησης λόγω γήρατος με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, διαπιστώσει ότι δεν είναι αρμόδιος για την κρίση του αιτήματος, ή ότι δεν πληρούνται οι διατάξεις της νομοθεσίας του, για να κριθεί με τις διατάξεις του προηγούμενου ενταχθέντα φορέα με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης, θα πρέπει ο αιτών να έχει συμπληρώσει το εξηκοστό (60) έτος της ηλικίας του ή μικρότερο όριο ηλικίας εφόσον το προβλέπει η νομοθεσία του τελευταίου.

Σχετικό το παράδειγμα 4 του εγγράφου Φ.1500/Δ17/οικ.42472/969/2019 του ΥΠΕΚΑΑ που κοινοποιήθηκε με την εγκύκλιο 13/2019.

Όταν το δικαίωμα κρίνεται με τις διατάξεις της νομοθεσίας του τ.ΟΓΑ ως τελευταίου ενταχθέντα φορέα θα επανέλθουμε με νεότερο έγγραφό μας.

7. Οι παραπάνω οδηγίες εφαρμόζονται για συνταξιοδοτικά αιτήματα που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του Ν.4387/2016 (13/5/2016) και εφεξής, καθώς και όσα είναι σε εκκρεμότητα.

Όσα έχουν απορριφθεί θα επανεξετασθούν σύμφωνα με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, εφόσον υποβληθεί αίτηση από τους ενδιαφερόμενους και τα οικονομικά αποτελέσματα θα ανατρέξουν στην ημερομηνία της νέας αίτησης.