NOMOΣ 4305/2014 – ΦΕΚ A 237 – 31.10.2014
Άρθρο 54
Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας − Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης
1. Στους οφειλέτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην ΝΑΤ, μέχρι τις 30.9.2014, δύναται να χορηγείται ρύθμιση ως ακολούθως:
α) Εφάπαξ εξόφληση της οφειλής με ποσοστό έκπτωσης 100% επί των νομίμων προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων.
β) Εξόφληση μέχρι δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 90%.
γ) Εξόφληση μέχρι είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 80%.
δ) Εξόφληση μέχρι τριάντα έξι (36) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 70%.
ε) Εξόφληση μέχρι σαράντα οκτώ (48) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 60%.
στ) Εξόφληση μέχρι εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 50%.
ζ) Εξόφληση μέχρι εβδομήντα δύο (72) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 30%.
η) Εξόφληση μέχρι εκατό (100) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 20%.
Η κύρια οφειλή βαρύνεται από 1.1.2013 με ετήσιο επιτόκιο 4,56%.
2. Εξαιρετικά, για την υπαγωγή στην περίπτωση η΄ της παραγράφου 1 (μέχρι εκατό (100) δόσεις), το ποσό της κύριας ρυθμιζόμενης οφειλής φυσικών και νομικών προσώπων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.
3. Στη ρύθμιση δύναται να υπαχθεί ποσό κύριας ληξιπρόθεσμης οφειλής έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.
4. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν δημιουργηθεί έως τις 30.9.2014 κατατίθεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου του 2015.
5. Στην παρούσα ρύθμιση δύνανται να υπαχθούν κατόπιν σχετικού αιτήματος του οφειλέτη και οι έως τις 30.9.2014 οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην ΝΑΤ, οι οποίες τελούν σε αναστολή διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου.
6. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πενήντα (50) ευρώ.
7. Αρμόδια όργανα για την έκδοση απόφασης υπαγωγής στη ρύθμιση είναι:
α) Για το Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ.: Οι διευθυντές των οικείων περιφερειακών ή τοπικών υποκαταστημάτων ή οι διευθυντές των οικείων ταμείων προκειμένου για περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.−Ε.Τ.Α.Μ και το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ).
β) Για τους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς: Ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου φορέα ή οι διευθυντές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών ή λοιπών τοπικών μονάδων.
γ) Οποιαδήποτε άλλη οργανική μονάδα του Ι.Κ.Α.− Ε.Τ.Α.Μ. ή άλλων φορέων κοινωνικής ασφάλισης καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.
8. Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση δύναται να υποβάλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες και ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.
9. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι η υποβολή των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων, όπου προβλέπεται, καθώς και η καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών από 1.10.2014 και εφεξής.
10. Οι πληρωμές διενεργούνται με τη διαδικασία αυτόματης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
11. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής:
α) Χορηγείται στους υπόχρεους μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλών, στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής και το οποίο επέχει θέση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας.
Για τις επιχειρήσεις του εδαφίου ε΄ της παρ. 5 του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951 που θα υπαχθούν σε καθεστώς ρύθμισης κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και είναι συνεπείς με τους όρους αυτής, θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής, για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, χωρίς παρακράτηση, εφόσον το έργο για το οποίο χορηγείται το πιστοποιητικό δεν οφείλει τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής του έργου θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής με παρακράτηση τη συνολική οφειλή του έργου.
β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α΄ 136) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του ΠΚ.
γ) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Αν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
δ) Αναστέλλεται η παραγραφή των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 2 του ν. 2556/1997 (Α΄ 270).
12. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης κατά τη διάρκεια της ρύθμισης ή η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών, έχει ως συνέπειες:
α) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,
β) την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων προσαυξήσεων και τόκων, τα οποία αναβιώνουν αναδρομικά,
γ) την επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.
Οι συνέπειες του προηγούμενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, μετά την πάροδο εξαμήνου από την ένταξη σε ρύθμιση και την πλήρωση των όρων αυτής:
α) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο (2) δόσεις ανά έτος προγράμματος ρύθμισης ή
β) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών.
Για τις ως άνω περιπτώσεις α΄ και β΄ η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%).
13. Κατ’ εξαίρεση, σε περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης για λόγους ανωτέρας βίας ο οφειλέτης δύναται εντός δύο (2) μηνών από την απώλεια αυτής να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθμιση με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για
τον εναπομείναντα αριθμό δόσεων αυτής. Το αίτημα επανένταξης υποβάλλεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ανωτέρα βία. Η αρμόδια υπηρεσία αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Εάν δεν ληφθεί απόφαση εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, το αίτημα θεωρείται ότι
έχει απορριφθεί.
14. Για τους οφειλέτες που υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και για χρονικό διάστημα δέκα (10) ημερών:
α. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α΄136).
β. Αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον, άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται.
15. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση, σύμφωνα με την παράγραφο 1.
16. Ο συμψηφισμός σύμφωνα με την περίπτωση 2 της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παρ. ΙΑ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α΄ 85) χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι του Δημοσίου, που προέρχονται από επιστροφές φόρου προστιθέμενης αξίας και φόρου εισοδήματος με οφειλές στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, χωρεί και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη
ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε, μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί έως το 1/7 των εναπομεινασών δόσεων.
17. Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παρ. ΙΑ΄ του ν. 4152/2013 και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, υπόκεινται αναδρομικά, από 1.1.2013, σε επιτόκιο ύψους 4,56% και τυγχάνουν αναδρομικά, από την ένταξή τους στη ρύθμιση των εκπτώσεων επί των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων του παρόντος, δικαιούμενοι να επιλέξουν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση. Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παρ. ΙΑ΄ του ν. 4152/2013 και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, δικαιούνται να διατηρήσουν τη ρύθμιση της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παρ. ΙΑ΄ του ν. 4152/2013 και, πέραν των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο, έχουν ως πρόσθετο ευεργέτημα τη μείωση κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων αναδρομικά από την ημερομηνία ένταξής τους στη ρύθμιση.
Με απόφαση του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου 17 του παρόντος άρθρου.
18. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
19. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν επιτρέπεται η χορήγηση ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής, κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παρ. ΙΑ΄ του ν. 4152/2013, για τους οφειλέτες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου.