Φόρος διαμονής σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια

Φόρος διαμονής σε ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια

Νόμος 4514/2018 – ΦΕΚ Τεύχος Α 14/30.01.2018
Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις

Άρθρο 120
Τροποποίηση του άρθρου 53 του ν. 4389/2016
Οι παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 του άρθρου 53 του ν. 4389/2016 (Α ́ 94), όπως ισχύει, αντικαθίστανται με τις παραγράφους 1, 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, αντίστοιχα, ως εξής:



1. «1. Επιβάλλεται φόρος υπέρ του Δημοσίου, με την ονομασία «φόρος διαμονής», σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
Ο φόρος διαμονής επιβάλλεται ανά ημερήσια χρήση και ανά δωμάτιο ή διαμέρισμα, ως εξής:
α. Σε κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα της υποπερίπτωσης αα ́ της περίπτωσης α ́ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (Α ́ 155), ως ακολούθως:

1-2 αστέρων 0,50 ευρώ
 3 αστέρων  1,50 ευρώ
 4 αστέρων  3,00 ευρώ
 5 αστέρων  4,00 ευρώ

και
β. σε ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια – διαμερίσματα της υποπερίπτωσης γγ ́ της περίπτωσης β ́ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014, 0,50 ευρώ.

2. «2. Ο φόρος διαμονής βαρύνει τον διαμένοντα, που έκανε χρήση του δωματίου ή του διαμερίσματος, κατά τις διακρίσεις της παραγράφου 1, επιβάλλεται μετά τη διαμονή του στο κατάλυμα και πριν την αναχώρησή του από αυτό με την έκδοση ειδικού στοιχείου-απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής από τις επιχειρήσεις της προηγούμενης παραγράφου και αποδίδεται από αυτές στη Φορολογική Διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις. Οι δηλώσεις υποβάλλονται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν της έκδοσης κάθε ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής. Το ειδικό στοιχείο – απόδειξη είσπραξης φόρου διαμονής δεν επιβαρύνεται με Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ). Φόρος διαμονής δεν επιβάλλεται σε περίπτωση δωρεάν παροχής υπηρεσιών διαμονής από τις ανωτέρω επιχειρήσεις.».

3. «4. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζεται ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του ειδικού αυτού φόρου, τα πρόσωπα που είναι υπόχρεα στην απόδοση του φόρου, ο χρόνος και η διαδικασία επιβολής και απόδοσής του, το περιεχόμενο, η διαδικασία και ο τρόπος έκδοσης του ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.».

4. «5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν από την 1.1.2018 για τα ειδικά στοιχεία – αποδείξεις είσπραξης φόρου διαμονής που εκδίδονται από την ημερομηνία αυτή και μετά.».

Αριθμ. ΠΟΛ. 1015 – ΦΕΚ Τεύχος Β 308/02.02.2018
Καθορισμός του τύπου και του περιεχομένου της δήλωσης απόδοσης του φόρου διαμονής της διαδικασίας επιβολής και απόδοσης αυτού, καθώς και του περιεχομένου, της διαδικασίας και του τρόπου  έκδοσης του ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4389/2016 (Α ́94).

Ο ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
αποφασίζουμε:

Άρθρο Μόνο
Καθορίζουμε τη διαδικασία επιβολής και απόδοσης του φόρου διαμονής, τον τύπο και το περιεχόμενο της δήλωσης απόδοσης του φόρου αυτού, το υπόδειγμα της οποίας προσαρτάται στην παρούσα και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτής, καθώς και το περιεχόμενο, τη διαδικασία και τον τρόπο έκδοσης του «ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής», σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 53 του ν. 4389/2016 (94 Α ́), όπως ισχύουν.



1. Επιβάλλεται υπέρ του Δημοσίου φόρος διαμονής σε κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα της υποπερ. αα της περ. α. της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014 (155 Α ́) και ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια – διαμερίσματα της υποπερ. γγ ́ της περ. β ́ της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου, ο οποίος βαρύνει τον διαμένοντα που έκανε χρήση αυτών.
Ο φόρος αυτός επιβάλλεται από τις ως άνω επιχειρήσεις με την έκδοση «ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής», το οποίο εκδίδεται πάντοτε προς τον χρήστη του δωματίου ή του διαμερίσματος, μετά την διαμονή του σε αυτό και πριν την αναχώρηση του.
Ο φόρος αποδίδεται από τις ως άνω επιχειρήσεις στη φορολογική διοίκηση με μηνιαίες δηλώσεις, οι οποίες υποβάλλονται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν της έκδοσης του «ειδικού στοιχείου – απόδειξης είσπραξης φόρου διαμονής».

2. Το «ειδικό στοιχείο – απόδειξη είσπραξης φόρου διαμονής» περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα εξής στοιχεία:
ημερομηνία έκδοσης, επωνυμία, διεύθυνση και ΑΦΜ της εκδούσας επιχείρησης, ονοματεπώνυμο διαμένοντα προς τον οποίο εκδίδεται, ημερομηνίες που αφορά η διαμονή και το συνολικό ποσό φόρου διαμονής καθώς και τον αριθμό και την ημερομηνία του παραστατικού πώλησης (απόδειξη, τιμολόγιο) που εκδόθηκε για τη συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών.

3. Το «ειδικό στοιχείο – απόδειξη είσπραξης φόρου διαμονής» εκδίδεται προς τον διαμένοντα στο δωμάτιο ή διαμέρισμα ή, σε περίπτωση περισσότερων διαμενόντων στο ίδιο δωμάτιο ή διαμέρισμα, σε έναν εξ αυτών.
Το «ειδικό στοιχείο απόδειξη είσπραξης φόρου διαμονής» δύναται να εκδίδεται και συγκεντρωτικά, όταν ο φόρος διαμονής αφορά τη χρήση περισσότερων του ενός δωματίων ή διαμερισμάτων και το παραστατικό πώλησης (απόδειξη, τιμολόγιο) για τη συγκεκριμένη παροχή υπηρεσιών εκδίδεται για το σύνολο των δωματίων ή διαμερισμάτων προς έναν εκ των διαμενόντων ή προς τρίτο.

4. Το «ειδικό στοιχείο – απόδειξη είσπραξης φόρου διαμονής» δεν επιβαρύνεται με φόρο προστιθέμενης αξίας.

5. Ο φόρος διαμονής δεν επιβάλλεται σε περίπτωση δωρεάν παροχής υπηρεσιών διαμονής.

6. Ο φόρος που εισπράττεται κατά την προαναφερόμενη διαδικασία εισάγεται στον Κωδικό Αριθμό Εσόδου (Κ.Α.Ε.) «1392».

7. Η επιβολή των κυρώσεων σε περίπτωση εκπρόθεσμης, ανακριβούς ή μη υποβολής της δήλωσης απόδοσης του φόρου διαμονής καθώς και γενικά η διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης του φόρου αυτού διέπονται από τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), όπως ισχύουν.

8. Οι διατάξεις της παρούσας καταλαμβάνουν τα «ειδικά στοιχεία – αποδείξεις είσπραξης φόρου  διαμονής» που εκδίδονται από 1.1.2018 και μετά.

9. Μέχρι την υποστήριξη της ηλεκτρονικής υποβολής, η δήλωση απόδοσης του φόρου διαμονής υποβάλλεται σε έντυπη μορφή από τις επιχειρήσεις- υπόχρεα πρόσωπα της παραγράφου 1 της παρούσας, στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. φορολογίας εισοδήματος σε δυο (2) αντίτυπα, εκ των οποίων το ένα παραμένει στη Δ.Ο.Υ. και το άλλο παραδίδεται στον υπόχρεο.