Γενικές Πληροφορίες για τον Εθνικό Δρυμό Βίκου – Αώου
O Εθνικός Δρυμός Βίκου-Αώου είναι μια περιοχή προστατευόμενου φυσικού πλούτου, βόρεια της πόλης των Ιωαννίνων, στο Ζαγόρι τής Ηπείρου. Ανακηρύχτηκε επίσημα εθνικός δρυμός το 1973 και συνορεύει βορειοανατολικά με τον Εθνικό Δρυμό Πίνδου-Βάλια Κάλντα. Η περιοχή έχει ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών natura 2000 και διακρίνεται για τις έντονες εναλλαγές στο φυσικό τοπίο: κατάφυτες πυκνές εκτάσεις αλληλοδιαδέχονται απότομους γκρεμούς.
Η περιοχή Βίκου-Αώου, που αποτελεί έναν από τους δέκα εθνικούς δρυμούς της Ελλάδας, περιλαμβάνει το φαράγγι του Βίκου που αποτελεί και τον πυρήνα του δρυμού καθώς και τμήμα της οροσειράς της Τύμφης, την χαράδρα του Αώου καθώς και μία σειρά από παραδοσιακά διατηρημένους οικισμούς. Έχει ονομαστεί και «Δρυμός των μεγάλων κορυφών», λόγω των απότομων και υψηλών κορυφών της περιοχής, με υψηλότερη αυτήν της Γκαμίλας (2.497μ.) στην Τύμφη. Έχει έκταση 122.250 στρ., από τα οποία τα 34.120 στρ. είναι ο κύριος πυρήνας του. Η περιοχή περιλαμβάνει ένα εξαιρετικά σπάνιο και ευαίσθητο οικοσύστημα, αυτός είναι και ο λόγος που δεν επιτρέπεται καμία ανθρώπινη δραστηριότητα, εκτός από αυτές που σχετίζονται με την περιήγηση και την αναψυχή κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Φαράγγι του Βίκου
Στα δυτικά του δρυμού βρίσκεται η χαράδρα του Βίκου που διασχίζει το δυτικό και το κεντρικό Ζαγόρι, ξεκινώντας βόρεια του χωριού Βίκος και καταλήγοντας νοτιοανατολικά στα χωριά Κουκούλι και Κήποι. Έχουν εντοπισθεί ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας από το 40.000 π.Χ. Το φαράγγι είναι υδατογενές και εκτείνεται σε μήκος 12 χιλιομέτρων και έχει καταγραφεί στο βιβλίο Γκίνες ως το φαράγγι με το μικρότερο άνοιγμα παγκοσμίως, καθώς με βάθος άνω των 1.000 μέτρων είναι το βαθύτερο φαράγγι του πλανήτη. Το πλάτος του ποικίλλει από 100 ως 1.000 μέτρα.
Ο παραπόταμος του Αώου, ο Βοϊδομάτης, που διατρέχει το φαράγγι έχει νερό μόνο εποχιακά.
Χαράδρα Αώου
Ο ποταμός Αώος στο βόρειο τμήμα τού δρυμού, διασχίζει ιδιαίτερα πυκνή βλάστηση. Το ποτάμι διατρέχει τις πλαγιές της Τύμφης, της Τραπεζίτσας και του Ραδοβουνίου. Το μήκος της χαράδρας είναι συνολικά 8 χιλιόμετρα και το πλάτος της κυμαίνεται από 300 μέτρα ως 2,5 χιλιόμετρα. Είναι γενικά από τους δημοφιλείς προορισμούς για κανώ-καγιάκ και rafting(προσφέρει διαφορετικά επίπεδα δυσκολίας ανάλογα το τμήμα του ποταμού). Στο ύψος του καταρράκτη του Γράβου βρίσκεται η ιστορική Μονή Στομίου, κτισμένη το 1774. Χαρακτηριστική είναι η μεγάλη μονότοξη γέφυρα του Αώου (1780), η οποία σηματοδοτεί και το βόρειο σύνορο του Δρυμού.
Ηπειρώτικα γεφύρια
Το μεγαλύτερο τμήμα της Ηπείρου αποτελείται από ορεινούς όγκους αφήνοντας λίγα περιθώρια στους κατοίκους για επιλογές στον τρόπο του βιοπορισμού τους. Το εμπόριο και η κτηνοτροφία ήταν δύο από τις επικρατέστερες επιλογές που είχαν. Όποια και αν επέλεγαν έπρεπε να μετακινούνται στις αφιλόξενες και δύσβατες ράχες της Πίνδου. Υπήρχε λοιπόν επιτακτική ανάγκη ζεύξης των ποταμών για την κίνηση των εμπορικών καραβανιών, των κατοίκων, των μαστόρων αλλά και των κοπαδιών. Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα υπήρχε άνθιση στις εμπορικές συναλλαγές με τα Βαλκάνια, τη Βιέννη, την Τουρκία και την Αίγυπτο. Η οικονομική ευημερία των εμπόρων δημιούργησε την ανάγκη ανοικοδόμησης και βελτιστοποίησης των συνθηκών διαβίωσης.
Τα ηπειρώτικα μπουλούκια (=οικοδομικό μετακινούμενο συνεργείο) έχτισαν πραγματικά αριστουργήματα και η φήμη τους εξαπλώθηκε γρήγορα σε όλα τα Βαλκάνια. Είχαν δική τους
γλώσσα τα κουδαρίτικα, για να προφυλάσσουν την τέχνη τους και αυστηρές ιεραρχίες μέσα σε αυτά. Τα μπουλούκια που κατασκεύαζαν γεφύρια ονομάζονταν κιοπρουλήδες (=γεφυράδες, από την τούρκικη λέξη «köprü») – [ Α. Πετρονώτης 2000]. Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο πρωτομάστορας ή κάλφας (= πρακτικός αρχιτέκτονας), ο οποίος έπρεπε να βρει τη δουλειά και να σχεδιάσει την κατασκευή. Τελούσε χρέη επιστάτη, ήταν πάντα παρών όταν κατασκευάζονταν τα θεμέλια, οι γωνιές (εκεί που «κλείδωναν» οι πέτρες) και οι προσόψεις, ενώ είχε καθήκον να κάνει τις πληρωμές στους υπολοίπους του συνεργείου. Αμέσως μετά στην ιεραρχία ήταν οι μαστόροι (πετράδες και μαραγκοί) και μετά τα τσιράκια (συνήθως νεαρά αγόρια που μάθαιναν σιγά σιγά την τέχνη), τα οποία έφτιαχναν τη λάσπη και έσπαζαν και κουβαλούσαν τις πέτρες. Τα μυστικά της τέχνης πέρναγαν από πατέρα σε γιο και θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι κιοπρουλήδες απολάμβαναν και τον σεβασμό των Τούρκων.
Οι χρηματοδότες των έργων για την ανέγερση των γεφυριών ήταν συνήθως πλούσιοι ευεργέτες ή ιδρύματα, τούρκοι αξιωματούχοι ή άνδρες της εκκλησίας. Σπανιότερα ήταν και χωριά ολόκληρα που έκαναν έρανο ανάμεσα στους κατοίκους για να φτιάξουν κάποιο γεφύρι που θα εξυπηρετούσε την περιοχή τους και τις ανάγκες μετακίνησής τους. Το μπουλούκι που έκανε και την καλύτερη προσφορά έπαιρνε τη δουλειά.
Το γεφύρι έπαιρνε συνήθως την ονομασία του από τον χρηματοδότη ή την τοποθεσία. Σε πολλές περιπτώσεις έπαιρνε και το όνομα του χρηματοδότη μεταγενέστερης επισκευής αλλά πολύ σπάνια το όνομα του πρωτομάστορα.
Πρώτα έπρεπε να επιλεγεί η κατάλληλη θέση για το κτίσιμο του γεφυριού. Στενά περάσματα του ποταμού και βραχώδεις ακτές ήταν ιδανικά σημεία για τη θεμελίωση και την κατασκευή του τόξου.
Τα ακρόβαθρα και τα τυχόν ενδιάμεσα θεμέλια έπρεπε να στηριχθούν με ασφάλεια για να σηκώσουν τα πέτρινα τόξα από σχιστόλιθο. Οι μαραγκοί κατασκεύαζαν τις σκαλωσιές και τους ξυλότυπους με ακρίβεια και αντοχή. Πολλές φορές οι σκαλωσιές στερεώνονταν και μέσα στην κοίτη του ποταμού. Το κτίσιμο του τόξου άρχιζε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές που έπρεπε να γεφυρώσουν και όταν πλέον έφταναν στην κορυφή του τόξου η όλη κατασκευή «κλείδωνε» με την τοποθέτηση της τελευταίας κεντρικής πέτρας (θολίτη) που λεγόταν κλειδί. Το κονίαμα που χρησιμοποιούσαν ήταν ασβεστολιθικό και συχνά για να το ενισχύσουν έριχναν μέσα μαλλιά από ζώα, ξερά χόρτα και ασπράδι αυγού. Όπου χρειαζόταν να γίνει υδραυλικό (στα θεμέλια όπου η επαφή με το νερό ήταν συνεχής) έριχναν μέσα τριμμένο κεραμίδι, φτιάχνοντας το γνωστό κουρασάνι το οποίο σε ορισμένες περιπτώσεις ενίσχυαν με ασπράδι αυγού (πηγή Α. Πετρονώτης 2000). Σε γεφύρια με μεγάλο άνοιγμα κατασκευαζόταν και δεύτερο τόξο για την εξασφάλιση της σταθερότητας της κατασκευής. Κατόπιν έκτιζαν τους πλαϊνούς τοίχους τους οποίους γέμιζαν συνήθως με μπάζα και στο τέλος έστρωναν το λιθόστρωτο καλντερίμι.
Πέτρινα γεφύρια στο Νομό Ιωαννίνων
Της Κόνιτσας, 1870. Γεφυρώνει τον ποταμό Αώο. Νοτιοδυτικά της πόλης της Κόνιτσας. Ίσως το μεγαλύτερο μονότοξο της Βαλκανικής με διαστάσεις τόξου 20×40 μέτρα. Κόστισε 120.000 γρόσια και χορηγοί ήταν ο Ι. Λούλης, οι αφοί Λιάμπεη, η Α. Παπάζογλου, κ.ά. Ο Ζιώγας Φρόντζος από την Πυρσόγιαννη ήταν ο πρωτομάστορας. Έχει σιδερένιο καμπανάκι.
Το γεφύρι της Κλειδωνιάς ή του Βοϊδομάτη, όπως είναι γνωστό, είναι ένα μονότοξο πέτρινο γεφύρι, που βρίσκεται κοντά στο χωριό Κλειδωνιά της περιοχής Κόνιτσας, στον Βοϊδομάτη ποταμό, εκεί που τελειώνει η χαράδρα του Βίκου. Κατασκευάστηκε το 1853 περίπου από τον Μίσιο.
Του Νούτσου ή Κόκκορου, 1750. Μονότοξο. Γεφυρώνει τον ποταμό Βίκο.Κοντά στο χωριό Κήποι Ζαγορίου. Πρώτος χορηγός ο Νούτσος Κοντοδήμος από το χωριό Βραδέτο και το 1768 επισκευάστηκε από τον Νούτσο Καραμεσίνη. Έχει ένα πολύ μικρό ανακουφιστικό τόξο και μια μαρμάρινη επιγραφή στη δυτική πλευρά που μνημονεύει την επισκευή του 1960 από την «Ένωση Ζαγορίσιων Αθηνών».
Το Καλογερικό ή του Πλακίδα, 1814. Τρίτοξο. Γεφυρώνει τον ποταμό Βίκο. Κοντά στο χωριό Κήποι Ζαγορίου. Πρώτος χορηγός ο καλόγερος Σεραφείμ από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Βίτσας. Ο Αλέξανδρος Μαμμόπουλος το χαρακτήρισε ως «κάμπια εν κινήσει». Το κατάστρωμα του δεν είναι επίπεδο και ακολουθεί τα ανεβοκατεβάσματα των 3 τόξων.
Σημείο αναφοράς για την Ήπειρο η «Μεταλλουργική» Βιομηχανία
«Εχουν περάσει μπροστά μου πολλά, μα πολλά εκατομμύρια ευρώ σε κέρματα: μονόευρα, δίευρα, σεντς! Οπως και πολύ περισσότερα εκατομμύρια δραχμές και αντίστοιχα ξένα νομίσματα. Δεν ακούμπησαμε το χέρι μου ποτέ κανένα!». Για τον53χρονο Κώστα Τσίνο η απόσταση από τον πειρασμό δεν ήταν μόνο για λόγους αρχών! Ως προιστάμενος παραγωγής στην κοπή κερμάτων και άλλων μεταλλικών δίσκων στημοναδική στην Ελλάδα βιομηχανία στο ακριτικό Κεφαλόβρυσο Πωγωνίου Ηπείρου, όπου σήμερα κόβονται τα ελληνικά και κυπριακά ευρώ, τα πολωνικά σλοτ και κατά καιρούς νομίσματα άλλων εννέα χωρών, όπως και εξαρτήματα πυρομαχικών, ξέρει πολύ καλά ότι αν ακουμπήσει με τα δάκτυλά του ένα από τα φρεσκοκομμένα κέρματα αυτό καταστρέφεται:
μένουν πάνω του ανάγλυφα τα αποτυπώματά του και δεν θα μπορεί να μπει στην εκτυπωτική μηχανή του Νομισματοκοπείου στον Χολαργό όπου τυπώνονται στη συνέχεια οι γνωστές σε όλους ανάγλυφες παραστάσεις του ευρώ. Γι’ αυτό ένα από τα καθήκοντά του είναι να φροντίζει μόλις οι δίσκοι τωνκερμάτων κοπούν βάσει πολύ αυστηρών προδιαγραφών και πριν μπουν σε ξύλινα κιβώτια για μεταφορά, να επικαλύπτονται αυτόματα με μια λεπτή στρώση σαπουνιού ώστε να μην οξειδώνονται.Μαζί με τον κ. Τσίνο δουλεύουν για τα… λεφτά μας άλλοι 80-90 άνθρωποι – περίπου οι μισοί είναικάτοικοι του Κεφαλόβρυσου και των γύρω μικρότερων χωριών. Αρκετοί διανύουν κάθε
μέρα 120 χλμ. και πηγαινοέρχονται από τα Γιάννινα στο Κεφαλόβρυσο. Οι…βρύσες των κερμάτων βρίσκονται λίγοπιο έξω από το χωριό, όπου απότο 1983 λειτουργεί η Μεταλλουργική Βιομηχανία Ηπείρου, ως θυγατρικήτης τότε Ελληνικής Βιομηχανίας Οπλων(ΕΒΟ) και σήμερα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ). Ηεταιρεία άρχισε τη λειτουργία της το 1979 ως ιδιωτική για να φτιάχνει προϊόντα χύτευσης και επεξεργασίας χαλκού αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει. Το 1983 οι μετοχές της αγοράσθηκαν από τηνΕΒΟ και πήρεμπροστά κατασκευάζοντας έκτοτε κυάθια καλύκων και βολίδων πυρομαχικών και αλλά συναφή είδη και κόβοντας από δραχμές και τάλιρα μέχρι πορτογαλικά εσκούδος, ισπανικές πεσέτες, ινδικές ρουπίες, γαλλικά φράγκα, πολωνικά σλοτ, φινλανδικά μάρκα, ισραηλινάσέκελ, ταϊλανδέζικα baht, λετονικάλατς αλλά και μάρκες για καζίνο.
«Συνολικά 22.000 τόνους κερμάτων!», λέει υπερήφανα ο κ. Τσίνος.Οπως εξηγούν στην εφημερίδα τα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος και ο γενικός διευθυντής της ΜΒΗ κ.κ. Κ. Παπαδημητρίου και Γ. Αδάμος αντίστοιχα, ομεγάλος πελάτης είναι η Τράπεζα της Ελλάδος που παραγγέλνει τα ευρώ Ελλάδος και Κύπρου – κυρίως για αντικαταστάσεις χαμένων. Για το 2011 υπάρχουν συμβόλαια για 600 τόνους ελληνικών ευρώ, 130τόνων κυπριακών ευρώ και195 τόνων πολωνικών σλοτ.
Αναμένονται εισπράξεις 9 εκατ. ευρώ,εκ των οποίωντα 2 εκατ. από εξαγωγές.Το κόστος κατασκευής ενός κέρματος δεν είναι μικρό. Το δίευρο – που είναι πιο δύσκολο στην κατασκευή γιατί έχει «δακτυλίδι» και πυρήνα – είναι 0,25 λεπτά.Η ΜΒΗ μπορεί, σύμφωνα με την ηγεσία της, να διπλασιάσειτην παραγωγή της και αυτή η ευελιξία αποτελεί το ατού της για να χτυπά διεθνείς διαγωνισμούς για μικρές και μεσαίες ποσότητεςάμεσης παράδοσης. Ηδη παίρνει δουλειά και ως υποκατασκευαστής γερμανικών νομισματοκοπείων. Το ίδιο ισχύει και με τα αμιγώς αμυντικά (λίγα εξάγονται) και τα εμπορικά προϊόντα της.
Μουσείο Χαρτονομισμάτων Κέρκυρας
Στο ιστορικό κτίριο της Ιονικής Τράπεζας, εκεί όπου λειτούργησε ουσιαστικά η πρώτη ελληνική τράπεζα, το 1839, όταν ακόμα η Κέρκυρα, όπως και τα υπόλοιπα Επτάνησα ανήκαν στην Ιόνια Πολιτεία, κάτω από την Προστασία της Αγγλικής Αρμοστείας, θα δείτε να ξεδιπλώνετε μπροστά σας η οικονομική, κι όχι μόνο ιστορία της Ελλάδας. Στο νεοκλασικό αυτό κτίριο, έργο του αρχιτέκτονα Γιάννη Χρόνη, φιλοξενείται από το 1981, έτος ίδρυσης του, το Μουσείο Χαρτονομισμάτων, το μοναδικό στην Ελλάδα κι ένα από τα ελάχιστα – και μάλιστα τόσο καλά καταρτισμένα- στον κόσμο. Στις ξύλινες προθήκες του θα θαυμάσετε τα πρώτα τραπεζογραμμάτια που «έκοψε» η Ιόνια Πολιτεία από το 1839 έως κι εκείνα που κυκλοφόρησε η Ιονική Τράπεζα έως το 1920, οπότε και έληξε το εκδοτικό της προνόμιο, αλλά και τουρκικά γρόσια καθώς και χαρτονομίσματα, που κυκλοφόρησαν τόσο κατά την ιταλική όσο και κατά τη γερμανική Κατοχή. Δε λείπουν φυσικά τα τραπεζογραμμάτια, που πρωτοκυκλοφόρησε η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, από το 1840, έτος ίδρυσης της, καθώς είχε το προνόμιο αυτό, αλλά ούτε και οι «Φοίνικες», τα πρώτα ουσιαστικά χαρτονομίσματα του ελληνικού κράτους, που τυπώθηκαν το 1831 στο Ναύπλιο, πρώτη πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους από τον Κυβερνήτη Ιωάννης Καποδίστριας, όλα σπανιότατα και πολύ μεγάλης αξίας. Και φυσικά μπορείτε να δείτε όλα τα χαρτονομίσματα, περίπου 2000 τεμάχια, που κυκλοφόρησε η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία από το 1932, είναι το μοναδικό ίδρυμα που εκδίδει νομίσματα, μέχρι και τα τελευταία που αποσύρθηκαν το 2002, με την έλευση του ευρώ, ενώ σε ξεχωριστή αίθουσα, βρίσκονται χαρτονομίσματα από άλλες χώρες, τα οποία κυκλοφόρησαν μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπάρχουν επίσης τραπεζογραμμάτια της Τράπεζας Κρήτης και Ηπειροθεσαλλίας, καθώς και κέρματα-νομίσματα. Στις προθήκες μπορείτε επίσης να θαυμάσετε τα τοπικά ενοριακά χαρτονομίσματα, που εξέδιδαν πολλές ελληνικές κοινότητες σε τουρκοκρατούμενες περιοχές, υπό την κάλυψη της Εκκλησίας, τα προσχέδια του πρώτου ελληνικού νομίσματος, σε σχέδιο του Κερκυραίου γλύπτη Μιχαήλ Αξελού καθώς και ένα κινέζικο χαρτονόμισμα του 1.300 μ.Χ,. από τα παλαιότερα που υπάρχουν παγκοσμίως. Εξάλλου η μεγάλη και σπάνια συλλογή δε θα μπορούσε να θεωρηθεί ολοκληρωμένη αν δεν περιείχε ολοκληρωμένες σειρές των τελευταίων χαρτονομισμάτων των κρατών-μελών της ευρωζώνης στο εθνικό τους νόμισμα, πριν από την αντικατάστασή τους με ευρώ. Ωστόσο εκτός από χαρτονομίσματα η πλούσια συλλογή του Μουσείου περιλαμβάνει και εξαίρετο αρχειακό υλικό, όπως σπάνια έγγραφα, δεκάδες σφραγίδες, λογιστικά βιβλία, επιταγές, σφραγίδες, φωτογραφίες που σχετίζονται με την ιστορία της Ιονικής Τράπεζας, πίνακες, γραμματόσημα, ταξινομημένα σε πέντε μεγάλες ενότητες που βρίσκονται στα αντίστοιχα μεγάλα δωμάτια του 1ου ορόφου αλλά και σπάνιες σιδερένιες μήτρες που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτύπωση των χαρτονομισμάτων από τους αγγλικούς οίκους Perkins, Bacon and Petch, καθώς και από τους Bradbury Wilkinson and Co. Στο δεύτερο όροφο του Μουσείου μπορείτε να παρακολουθήσετε μέσω κατατοπιστικών μακετών, οι οποίες ξεχωρίζουν για τη λεπτομέρεια και την πλούσια εικονογράφηση τους, τους σύγχρονους τρόπους παραγωγής χαρτονομισμάτων, από το αρχικό στάδιο έως την πακετοποίηση. Μαθαίνετε πως σχεδιάζεται αρχικά και στη συνέχεια πως κατασκευάζεται ένα χαρτονόμισμα: πώς χαράσσεται η μακέτα σε πλάκες μετάλλου, πώς κατασκευάζεται το ειδικό χαρτί για την αποφυγή πλαστογραφιών, πώς ενσωματώνεται το υδατόσημο πάνω στο χαρτονόμισμα και, τέλος, πως γίνεται η επεξεργασία στα σύγχρονα μηχανήματα εκτύπωσης πώς τυπώνεται, πως φυλάσσεται και τέλος πως διανέμεται και φτάνει τελικά στα χέρια μας το νέο αλλά και πως καταστρέφονται σε ειδικούς κλιβάνους τα παλιά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το τμήμα που αφορά την κατασκευή του υδατόσημου, πριν ενσωματωθεί στο χαρτονόμισμα ενώ στο μικρό εργαστήριο μπορείτε να παρακολουθήσετε τη διαδικασία χάραξης των σχεδίων στις μεταλλικές πλάκες. Η διοίκηση της τότε Ιονικής Τράπεζας επέλεξε να εγκαταστήσει το Μουσείο σε πτέρυγες του ιστορικού πρώτου κτιρίου, που τη φιλοξένησε, ως φόρο τιμής τόσο στην Κέρκυρα όσο και στο ίδιο το θαυμάσιο νεοκλασικό.
Πηγή: Το πρόγραμμα εκπαιδευτικής εκδρομής της Α Λυκείου του 3ου ΓΕΛ Βέροιας, το οποίο μας απέστειλαν οι μαθητές, τους οποίους ευχαριστούμε και εκφράζουμε τον θαυμασμό μας για την άψογη εργασία τους.