Διόρθωση σφαλμάτων κτηματολογικών εγγραφών και παράταση αγωγών

Με διατάξεις του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης με τίτλο: «Επιτάχυνση των διαδικασιών ολοκλήρωσης του Ελληνικού Κτηματολογίου: Διεκπεραίωση εκκρεμοτήτων στις μεταγραφές ακινήτων και ενίσχυση της επιχειρησιακής λειτουργίας του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο» – Απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών μεταβίβασης ακινήτων – Ρυθμίσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης», που τέθηκε σε διαβούλευση, συμπληρώνεται η διαδικασία διόρθωσης προδήλων σφαλμάτων των κτηματολογικών εγγραφών και παρατείνεται η προθεσμία άσκησης αγωγών διόρθωσης πρώτων εγγραφών

 

Οι σχετικές διατάξεις:

Άρθρο 4
Συμπλήρωση της διαδικασίας διόρθωσης προδήλων σφαλμάτων των κτηματολογικών εγγραφών – Τροποποίηση άρθρου 18 ν. 2664/1998

Στο άρθρο 18 του ν. 2664/1998 (Α’ 275), περί της διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων των κτηματολογικών εγγραφών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α) στην περ. α) της παρ. 1, προστίθεται έκτο εδάφιο,
β) στην περ. β) της παρ. 1, προστίθενται νέα εδάφια, τρίτο και πέμπτο,
γ) στην υποπερ. αα) του τέταρτου εδαφίου της περ. β) της παρ. 1, προστίθεται νέο, δεύτερο, εδάφιο,
δ) στο πρώτο εδάφιο της περ. ε) της παρ. 1, η φράση «του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, που ενεργεί είτε κατόπιν αίτησης όποιου έχει έννομο συμφέρον είτε αυτεπάγγελτα και μετά από πρόταση της Ε.Κ.Χ.Α. Α.Ε.,» αντικαθίσταται από τη φράση «του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο» που ενεργεί κατόπιν αίτησης όποιου έχει έννομο συμφέρον»,
ε) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2, εα) η φράση «μέσα σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες» αντικαθίσταται από τη φράση «μέσα σε τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες», εβ) η φράση «μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών» αντικαθίσταται από τη φράση «μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) εργάσιμων ημερών»,
στ) προστίθενται παρ. 3 και 4 και το άρθρο 18 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 18
Διόρθωση πρόδηλων σφαλμάτων

1. α) Ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου μπορεί, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον ή και αυτεπαγγέλτως, να προβαίνει στη διόρθωση πρόδηλων σφαλμάτων των κτηματολογικών εγγραφών, ιδίως σε περίπτωση λανθασμένης αναγραφής στα κτηματολογικά φύλλα στοιχείων του δικαιούχου, τα οποία προκύπτουν από την αστυνομική ταυτότητα ή άλλα δημόσια έγγραφα με αποδεικτική ως προς τα στοιχεία αυτά ισχύ, καθώς επίσης στοιχείων σχετικών με το καταχωρισθέν δικαίωμα, τον τίτλο αυτού και το ιδιοκτησιακό αντικείμενο, εφόσον το σφάλμα στην καταχώριση προκύπτει κατά τρόπον αναμφισβήτητο από την καταχωρισθείσα πράξη και τα συνοδευτικά αυτής έγγραφα. Η αίτηση για τη διόρθωση καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου.
Η αίτηση δεν επιβαρύνεται με τέλη και δικαιώματα, πάγια ή αναλογικά.
Πιστοποιητικά, αντίγραφα και αποσπάσματα που εκδίδονται από τα βιβλία των Υποθηκοφυλακείων και των Κτηματολογικών Γραφείων, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον και προορίζονται για να συνυποβληθούν με την αίτηση διόρθωσης πρόδηλου σφάλματος, καθώς και οι αιτήσεις που υποβάλλονται για την έκδοσή τους, απαλλάσσονται από κάθε τέλος και δικαίωμα, πάγιο ή αναλογικό. Σχετική αιτιολογία αναγράφεται στο έντυπο της αίτησης προς έκδοση με ευθύνη και επιμέλεια του αιτούντα και επισημείωση ανάλογου περιεχομένου τίθεται από το αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολογικό Γραφείο στα εκδιδόμενα στοιχεία για τη νόμιμη χρήση τους. Απλά αντίγραφα, τα οποία ο αιτών συνυποβάλλει με την αίτηση διόρθωσης, γίνονται δεκτά και λαμβάνονται υπ’ όψιν.

β) Στην περίπτωση των αρχικών εγγραφών, το πρόδηλο σφάλμα μπορεί να αφορά σε οποιοδήποτε στοιχείο της εγγραφής και ιδίως στον δικαιούχο, στο δικαίωμα, στον τίτλο κτήσης και στο ιδιοκτησιακό αντικείμενο. Η αίτηση για τη διόρθωση καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η διόρθωση αφορά στα στοιχεία μεταγραφής, άλλως εγγραφής, του τίτλου κτήσης που αφορά στο καταχωρισθέν στις αρχικές εγγραφές εγγραπτέο δικαίωμα, επειδή αυτά ελλείπουν, ή αναγράφονται λανθασμένα, η συμπλήρωση ή η ορθή αναγραφή τους, κατά περίπτωση, διενεργείται υποχρεωτικά και αυτεπάγγελτα από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου. Ενδεικτικά, πρόδηλο είναι το σφάλμα όταν η ανακρίβεια στα στοιχεία της εγγραφής:
αα) προκύπτει από δημόσιο έγγραφο που καταχωρίσθηκε στα βιβλία του υποθηκοφυλακείου πριν από την ανάρτηση των στοιχείων της κτηματογράφησης, η οποία προηγείται της έκδοσης της διαπιστωτικής πράξης του άρθρου 11 του ν. 2308/1995, ή και μετά από αυτήν, εφόσον στηρίζεται σε προηγούμενη πράξη καταχωρισθείσα στα βιβλία του υποθηκοφυλακείου πριν από την εν λόγω ανάρτηση, υπό την προϋπόθεση ότι μέσω της διορθώσεως δεν αντικαθίσταται (εκτοπίζεται) δικαίωμα τρίτου, εκτός αν ο τρίτος συναινεί στη διόρθωση, συνυπογράφοντας την αίτηση, η συναίνεση δε αυτή δεν υποκρύπτει άτυπη μεταβίβαση ή μεταβολή τίτλου του ακινήτου.
Εκτοπισμός δεν υφίσταται και δεν απαιτείται συναίνεση, εάν ο τρίτος συμπεριλήφθηκε ως δικαιούχος, ο οποίος αναγράφεται στις κτηματολογικές εγγραφές, λόγω σφάλματος που εμφιλοχώρησε κατά την επεξεργασία της δήλωσης και των δημοσίων εγγράφων που συνυπέβαλε κατά τη διαδικασία κτηματογράφησης του ν. 2308/1995 (Α’ 114) και τούτο προκύπτει από το αρχείο κτηματογράφησης και τα δημόσια βιβλία του Υποθηκοφυλακείου.
Στην περίπτωση ακινήτου με την ένδειξη «άγνωστου ιδιοκτήτη», η αίτηση επιδίδεται υποχρεωτικά εντός δέκα (10) ημερών από την κατάθεσή της στο Ελληνικό Δημόσιο.
Το Ελληνικό Δημόσιο τεκμαίρεται ότι συναινεί στην αίτηση και ο προϊστάμενος οφείλει να προβεί στην αιτούμενη διόρθωση, εάν δεν αποσταλεί από την αρμόδια υπηρεσία αρνητική απάντηση που απευθύνεται στον Προϊστάμενο του αρμόδιου κτηματολογικού γραφείου εντός εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της αίτησης στο Ελληνικό Δημόσιο. Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, ακόμη και χωρίς ειδική αιτιολογία, ο προϊστάμενος οφείλει να απορρίψει την αίτηση. Η παραπάνω επίδοση δεν απαιτείται εάν πρόκειται για δημόσιο έγγραφο, με βάση το οποίο έχουν καταχωρισθεί στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου δικαιώματα συνδικαιούχων. Επίδοση στο Ελληνικό Δημόσιο δεν απαιτείται και στην περίπτωση που το δημόσιο έγγραφο, με βάση το οποίο ζητείται η διόρθωση της εγγραφής, αποτελεί τίτλο εγγραπτέου δικαιώματος επί άλλου κτηματογραφηθέντος ακινήτου της ίδιας κτηματογραφηθείσας περιοχής, το οποίο δηλώθηκε και καταχωρίσθηκε στο κτηματολόγιο, καθώς και όταν ο τίτλος του αιτούντος τη διόρθωση ή των δικαιοπαρόχων του (άμεσων ή απώτερων) είναι παραχωρητήριο του Ελληνικού Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ.. Το ίδιο ισχύει επίσης όταν το ακίνητο με την ένδειξη «άγνωστου ιδιοκτήτη», για το οποίο ζητείται η διόρθωση, είναι οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία και από τον συσχετισμό του προσκομιζόμενου τίτλου κτήσης του αιτούντος και των δικαιοπαρόχων του προς την πράξη σύστασης της οριζόντιας ή κάθετης, αντίστοιχα, ιδιοκτησίας, διαπιστώνεται ότι εξαντλείται το σύνολο των εξ αδιαιρέτου ποσοστών του εγγραπτέου δικαιώματος επί της οριζόντιας ή κάθετης αυτής ιδιοκτησίας. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται και στην περίπτωση που στην οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία δεν αντιστοιχεί αυτοτελές κτηματολογικό φύλλο, αλλά το αντιστοιχούν σε αυτήν ποσοστό συγκυριότητας επί του γεωτεμαχίου εμφανίζεται με την ένδειξη «άγνωστου ιδιοκτήτη». Στην περίπτωση αυτή, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της διορθώσεως της αρχικής εγγραφής με τη διαδικασία του πρόδηλου σφάλματος, δημιουργείται αυτοτελές κτηματολογικό φύλλο για την οριζόντια ή κάθετη, αντίστοιχα, ιδιοκτησία,
ββ) προκύπτει από τη συσχέτιση της αρχικής εγγραφής προς τα στοιχεία της ανάρτησης, που προηγείται της έκδοσης της διαπιστωτικής πράξης του άρθρου 11 του ν. 2308/1995, ή του τελικού αναμορφωμένου πίνακα της κτηματογράφησης, από τα οποία αποκλίνει άνευ νόμιμου λόγου,
γγ) προκύπτει από τη συσχέτιση της αρχικής εγγραφής προς τα στοιχεία διοικητικής πράξης ή δικαστικής απόφασης που συνιστούν πρωτότυπο τρόπο κτήσης δικαιώματος, ο οποίος κατισχύει, οπωσδήποτε, του καταχωρισθέντος στην αρχική εγγραφή δικαιώματος, εφόσον η διόρθωση στην περίπτωση αυτή δεν έρχεται σε αντίθεση με απόφαση επιτροπής ενστάσεων που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία της κτηματογράφησης,
δδ) αφορά στην ολική ή μερική έλλειψη ή στην ανακρίβεια στοιχείων οριζόντιων ή κάθετων ιδιοκτησιών, η οποία μπορεί να θεραπευθεί με αναδρομή στην πράξη σύστασης, στον κανονισμό της οριζόντιας ιδιοκτησίας και στα συνοδευτικά αυτών ή επ’ αυτών ερειδόμενα δημόσια έγγραφα που συνυποβάλλονται με την αίτηση. Υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις μπορεί, μέσω της διορθώσεως, να δημιουργηθεί και να συμπληρωθεί με τα στοιχεία του δικαιούχου κτηματολογικό φύλλο οριζόντιας ή κάθετης ιδιοκτησίας, ήδη υλοποιηθείσας ή μέλλουσας, η οποία δεν εμφαίνεται στις πρώτες εγγραφές ως αυτοτελές ιδιοκτησιακό αντικείμενο.
Στις υποπερ. αα), ββ), γγ), δδ), η διόρθωση γίνεται υποχρεωτικά, επιτρεπομένης μόνο της αιτιολογημένης άρνησης για λόγους μη συνδρομής των προϋποθέσεων που αναφέρονται στις οικείες περιπτώσεις.

γ) Εφόσον το πρόδηλο σφάλμα της αρχικής εγγραφής αφορά σε γεωμετρικά στοιχεία του γεωτεμαχίου, υποβάλλεται αίτηση διόρθωσης των γεωμετρικών στοιχείων υπό τους όρους της παραγράφου 2 του άρθρου 19 του νόμου αυτού.

δ) Διόρθωση πρόδηλου σφάλματος αρχικής εγγραφής δεν επιτρέπεται, εφόσον προηγουμένως έχει λάβει χώρα μεταγενέστερη εγγραφή, οπωσδήποτε ασυμβίβαστη με τη διωκόμενη διόρθωση, εκτός αν ο δικαιούχος από τη μεταγενέστερη αυτή εγγραφή συναινεί στη διόρθωση, συνυπογράφοντας την αίτηση, η συναίνεση δε αυτή δεν υποκρύπτει άτυπη μεταβίβαση ή μεταβολή τίτλου του ακινήτου.

ε) διόρθωση αρχικής εγγραφής με τη διαδικασία του πρόδηλου σφάλματος μπορεί να διενεργηθεί και μετά από απόφαση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο» (Φορέας) που ενεργεί κατόπιν αίτησης όποιου έχει έννομο συμφέρον, όποτε συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εκ μέρους του ανάκληση της διαπιστωτικής πράξης περαίωσης της κτηματογράφησης, για το συγκεκριμένο και μόνο κτηματογραφημένο ακίνητο η ομάδα κτηματογραφημένων ακινήτων που αφορά η διόρθωση, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα γενικώς ισχύοντα για την ανάκληση των διοικητικών πράξεων. Η εν λόγω δυνατότητα υφίσταται ιδίως όταν, με την ανάκληση της αρχικής εγγραφής, επιδιώκεται η ορθή αποτύπωση στις αρχικές εγγραφές διοικητικής πράξεως με διαπλαστικό για τα εμπράγματα δικαιώματα χαρακτήρα και ισχύουσας έναντι πάντων.

στ) Διόρθωση πρόδηλου σφάλματος των αρχικών εγγραφών, σύμφωνα με τα ανωτέρω, επιτρέπεται μόνο μέχρι την οριστικοποίησή τους. Μετά την οριστικοποίηση των αρχικών εγγραφών, διόρθωση επιτρέπεται υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 περ. α` του παρόντος άρθρου. Αγωγή του άρθρου 6 του νόμου αυτού για τη διόρθωση αρχικής εγγραφής, η οποία ασκείται μετά τη διόρθωση της εγγραφής με τη διαδικασία του άρθρου αυτού, απευθύνεται και κατά του τυχόν, μέσω της διορθώσεως αυτής, καταχωρισθέντος στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου ως δικαιούχου.»

ζ) Η υποβολή αίτησης διόρθωσης προδήλου σφάλματος δεν συνιστά αναγκαία προδικασία για την υποβολή και συζήτηση ενώπιον του δικαστηρίου αγωγών και αιτήσεων διόρθωσης των κτηματολογικών εγγραφών, αρχικών και μεταγενέστερων, κατά τις διατάξεις του νόμου αυτού.

2. Αν ο Προϊστάμενος του Κτηματολογικού Γραφείου δεν αποφανθεί μέσα σε τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες από την υποβολή της αίτησης ή αν απορρίψει την αίτηση, ο αιτών δικαιούται να προσφύγει στον Κτηματολογικό Δικαστή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από τη λήξη της προθεσμίας αυτής ή αφότου έλαβε γνώση της απόρριψης της αίτησης. Η ανωτέρω προθεσμία απάντησης του Προϊσταμένου του Κτηματολογικού Γραφείου αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η προθεσμία απάντησης του ελληνικού Δημοσίου σύμφωνα με την υποπερ. αα’ της περ. β’ της παρ. 1, εκτός εάν, εν τω μεταξύ, περιέλθει σε γνώση του Προϊσταμένου ρητή απάντηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Ελληνικού Δημοσίου. Η αίτηση προς τον Κτηματολογικό Δικαστή καταχωρίζεται στα Κτηματολογικά φύλλα στη θέση που καταχωρίζεται και η κατά την παρ. 2 του άρθρου 13 αγωγή. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται όσα ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 16.

3. Όπου στο παρόν άρθρο γίνεται αναφορά σε Προϊστάμενο Κτηματολογικού Γραφείου, ως τέτοιος νοείται και όποιος υπάλληλος του Φορέα έχει κατά τον νόμο αποφασιστική αρμοδιότητα καταχώρισης εγγραπτέων πράξεων.

4. Με απόφαση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο» δύνανται να καθορίζονται και να ρυθμίζονται περιπτώσεις πρόδηλων σφαλμάτων, η διόρθωση των οποίων καθίσταται υποχρεωτική υπό τους όρους του παρόντος, από τον Προϊστάμενο του Κτηματολογικού Γραφείου ή οποιονδήποτε υπάλληλο έχει κατά τον νόμο αποφασιστική αρμοδιότητα καταχώρισης εγγραπτέων πράξεων.»

Άρθρο 5
Παράταση της προθεσμίας άσκησης αγωγών διόρθωσης πρώτων εγγραφών – Δυνατότητα διόρθωσης πρώτων εγγραφών σε περιοχές που είχε λήξει η δυνατότητα αμφισβήτησης ανακριβούς εγγραφής με την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» – Τροποποίηση άρθρου 102 ν. 4623/2019

1. Στην παρ. 2 του άρθρου 102 του ν. 4623/2019 (Α’ 134) επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο, η ημερομηνία «31.12.2023» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «30.11.2024», β) στο δεύτερο εδάφιο η καταληκτική ημερομηνία «31η.12.2014» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «31η.12.2015» και η παρ. 2 του άρθρου 102 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Για τις περιοχές που κηρύχθηκαν υπό κτηματογράφηση πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3481/2006 (Α’ 162), η αποκλειστική προθεσμία της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998, εάν δεν είχε λήξει η ίδια ή οι παρατάσεις της μέχρι τις 30.11.2018, λήγει στις 30.11.2024. Η ανωτέρω καταληκτική ημερομηνία ισχύει και για τις περιοχές στις οποίες οι πρώτες εγγραφές καταχωρίσθηκαν από την 1η.1.2013 έως και την 31η.12.2015. Κατ’ εξαίρεση, για τις περιοχές που κηρύχθηκαν υπό κτηματογράφηση πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3481/2006 (Α’ 162), κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4623/2019 (Α’ 134) εξακολουθούσαν να τελούν υπό κτηματογράφηση και δεν είχαν εκδοθεί η διαπιστωτική πράξη περαίωσης της κτηματογράφησης και η απόφαση έναρξης ισχύος του Κτηματολογίου, η αποκλειστική προθεσμία της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 λήγει την 31η Δεκεμβρίου του έτους εντός του οποίου συμπληρώνονται οκτώ (8) έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του Κτηματολογίου.».

2. Στο άρθρο 102 του ν. 4623/2019 προστίθεται παρ. 2Α ως εξής:

«2Α. Για τις περιοχές στις οποίες η αποκλειστική προθεσμία της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 περί διόρθωσης πρώτων εγγραφών, είχε λήξει μέχρι τις 30.11.2018, η δυνατότητα αμφισβήτησης ανακριβούς εγγραφής με την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» είναι δυνατή μέχρι την 30ή.11.2024, μόνο αν, κατόπιν της λήξης της αποκλειστικής προθεσμίας για κάθε περιοχή, δεν έχουν εγγραφεί μεταγενέστερες πράξεις επί του κτηματολογικού φύλλου του ακινήτου. Εγγραφή της αγωγής της παρ. 2 του άρθρου 7 του ν. 2664/1998 δεν λαμβάνεται υπόψη ως μεταγενέστερη πράξη, από την οποία ο ενάγων δύναται να παραιτηθεί και να ακολουθήσει τις λοιπές διαδικασίες διόρθωσης ή να εμείνει στη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 7, και παραμένει ενεργή για τις περιπτώσεις αυτές.»
 

 

 

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στον Οδηγό του Πολίτη (odigostoupoliti.eu). Επιτρέπεται η αναδημοσίευση (όχι αυτολεξεί) του περιεχομένου του παρόντος άρθρου, μόνο με αναφορά, με ενεργό σύνδεσμο (link)(https://www.odigostoupoliti.eu), της πηγής προέλευσης